ΤΑ ΝΕΑ ("Τα Θεία Πάθη στα πλήκτρα του)

«Τα Θεία Πάθη στα πλήκτρα του»

Δύο διαφορετικούς μουσικούς δρόμους, τον δυτικό και τον βυζαντινό, γεφύρωσε στα πλήκτρα του ο πιανίστας Βασίλης Τσαμπρόπουλος

Της Χάρης Ποντίδα
Εφημ. ΤΑ ΝΕΑ (29.4.2002)

Τους ύμνους της Μεγάλης Εβδομάδας τους ακούμε (συνήθως) στην εκκλησία. Έτσι αντιλαμβανόμαστε καλύτερα την άνοιξη στη φύση, έτσι μάθαμε να βιώνουμε παιδιόθεν το θείον Πάθος. Όμως η Μεγάλη Εβδομάδα, εκτός από άνοιξη, Ανάσταση και θεία αρώματα, περιέχει και μουσική. Μουσική που μένει κλειδωμένη στα όρια της ορθόδοξης παράδοσης, απόλυτα περιορισμένη στους χώρους της θείας λατρείας. Ο πιανίστας Βασίλης Τσαμπρόπουλος δοκιμάζει να εισχωρήσει για πρώτη φορά στα άδυτα των άδυτων και να «κλέψει» τους ύμνους της Μεγάλης Εβδομάδας, να τους εμπλουτίσει με νέα στοιχεία οδηγούμενος σε ένα ιδιόμορφο αποτέλεσμα. […] Η μουσική αυτή μάλιστα ηχογραφήθηκε ήδη και θα κυκλοφορήσει το καλοκαίρι από τη δισκογραφική εταιρεία του Μάνφρεντ Άιχερ, τη θρυλική ECM, με την οποία ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος έχει κυκλοφορήσει ήδη ένα δίσκο - είναι ο δεύτερος Έλληνας μετά την Ελένη Καραΐνδρου. [Όπως και με την Καραΐνδρου, Τσαμπρόπουλο ακούμε πλέον εισαγόμενο, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα. Ας ξαναγυρίσουμε στους Βυζαντινούς ύμνους…]. «Νομίζω ότι το αποτέλεσμα έχει ενδιαφέρον», λέει. «Κατάφερα να κρατήσω αναλλοίωτες τις μελωδίες, να προσθέσω καινούργια στοιχεία και να φτιάξω κάτι εντελώς πρωτότυπο» συμπληρώνει. Η δυσκολία για όσους έχουν απλώς στοιχειώδεις μουσικές γνώσεις είναι αυτονόητη. «Η βυζαντινή μουσική έχει ένα ιδιόμορφο άκουσμα, και το στοίχημα ήταν να περάσει όλο αυτό το πράγμα σε ένα όργανο που, λόγω κατασκευής, δεν μπορεί να αποδώσει τις Βυζαντινές αποχρώσεις».

Ένας σολίστ που έχει εντρυφήσει στη λόγια δυτική παράδοση, έχει φωτίσει με το κλαβιέ του τις παρτιτούρες Σκριάμπιν, Ραχμάνινοφ, Σοπέν, και σταθερά υπερβαίνει τα ελληνικά σύνορα μετά τη συνεργασία του με την εστέτ δισκογραφική ECM, τι δουλειά έχει, αλήθεια, με την Βυζαντινή παράδοση; «Με ενδιέφερε πάντα και την μελέτησα μόνος μου. Η Βυζαντινή μουσική είναι ένας τεράστιος πλούτος παραπεταμένος σε μια γωνιά. Με αυτό τον τρόπο γραφής και εναρμόνισης, θα ήθελα το άκουσμα να μην είναι συνυφασμένο με την εκκλησία και νομίζω ότι το πέτυχα. Η μουσική αυτή έχει παιχτεί ήδη στο εξωτερικό και όπως σας είπα ηχογραφήθηκε και θα κυκλοφορήσει από την ECM».

Πώς έφτασε στα χέρια του Μάνφρεντ Άιχερ; Φαντάζομαι ότι δεν έχει καμία σχέση με την πρώτη σας παραγωγή στην ECM (το τρίο με τον Νορβηγό κοντραμπασίστα Άριλντ Άντερσεν και τον Βρετανό ντράμερ Τζον Μάρσαλ).
«Καμία σχέση. Βρέθηκα πρόσφατα στην Κωνσταντινούπολη για μια συναυλία στο Φανάρι που δόθηκε για τον Πατριάρχη. Είχα μάλιστα την τιμή να τον γνωρίσω από κοντά και να του πω την ιδέα μου αυτή για τους Βυζαντινούς ύμνους μια ιδέα που δούλευα από καιρό. Μετά το ταξίδι της Κωνσταντινούπολης ηχογράφησα μόνος τους ύμνους και τους έστειλα στον Μάνφρεντ Άιχερ. Μόλις τους άκουσε έδωσε το O.K. Τόσο απλά». Τον Σεπτέμβριο ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος μπαίνει και πάλι στο στούντιο (αυτή την φορά του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών) για να ηχογραφήσει τη συνέχεια του πρώτου του δίσκου στην ECM μαζί με τους εξαιρετικούς Άριλντ Άντερσεν και Τζον Μάρσαλ.

Θυμάμαι πριν από δύο χρόνια, όταν ακόμα δεν είχε κυκλοφορήσει ο πρώτος σας δίσκος από την ECM, περιμένατε πολλά από αυτή την συνεργασία. Τελικά δικαιώθηκαν οι προσδοκίες σας; «Βέβαια. Γιατί πλέον κινούμαι σε ευρωπαϊκά πλαίσια. Συναυλίες στην Ιταλία, στην Αγγλία, στην Γερμανία. Στην Ιταλία, ας πούμε, οι τουρνέ μου κλείνονται από Ιταλό ατζέντη που μένει στο Μιλάνο. Τουλάχιστον 25 συναυλίες τον χρόνο στο εξωτερικό».

Η διπλή ιδιότητα, του κλασικού πιανίστα και του μουσικού της τζαζ, δεν θολώνει λιγάκι την εικόνα σας;
«Το αντίθετο, θα έλεγα ότι η μία συμπληρώνει την άλλη». Νιώθετε και σήμερα αυτή την πικρία που είχατε εκφράσει τότε για την τύχη των μουσικών στην Ελλάδα; «Η Ελλάδα είναι μια χώρα που δεν φτιάχνει καριέρες μουσικών - είναι γνωστό αυτό. Τώρα αλλάζουν σιγά σιγά τα πράγματα με το Μέγαρο Μουσικής. Όσοι άνθρωποι κατόρθωσαν να έχουν διεθνή αναγνώριση είναι επειδή πήραν των ομματίων τους και έζησαν έξω. Εγώ βέβαια δεν πρέπει να μιλάω γιατί και στην Ελλάδα έχω μια καλή παρουσία κάθε χρόνο και στο εξωτερικό τώρα ανοίγει ο δρόμος. Τελικά, αντί να κάθεσαι και να μιζεριάζεις βλέποντας το ποτήρι μισοάδειο, καλύτερα να κάνεις τη δουλειά σου και να το βλέπεις μισογεμάτο...».

Previous
Previous

Η Βραδυνή ("Σπουδαίος μουσικός σημαίνει ανοιχτό μυαλό")