Η Βραδυνή ("Εκμεταλλεύομαι όλες τις αποχρώσεις του ήχου")

«Εκμεταλλεύομαι όλες τις αποχρώσεις του ήχου»Ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος μιλά για τη συνεργασία του με τον Μάνφρεντ Άιχερ

Συνέντευξη: Γιάννης Αλεξίου, εφημ. ΒΡΑΔΥΝΗ (29.4.2002)«Το περίεργο ήταν ότι ενώ είχαμε την άνεση να κρατήσουμε το στούντιο πιο πολύ, όλα έγιναν τόσο γρήγορα, λες και παίζαμε χρόνια μαζί. Όταν κάνεις ένα δίσκο με τον καλύτερο παραγωγό στον κόσμο και τον καλύτερο μηχανικό ήχου, τι άλλο θέλεις;».

Χρειάστηκαν μόλις 5 λεπτά για να μαγέψει ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος τον Μάνφρεντ Άιχερ! Ο Έλληνας πιανίστας μπαίνει στα «σαλόνια» της διεθνούς δισκογραφίας με ένα τρίο που θα... ανταγωνίζεται αυτό του Keith Jarrett. Η ηχογράφηση έγινε στο «Rainbow», το αγαπημένο στούντιο του διευθυντή και παραγώγου της ECM στο Όσλο. Ο ευφυής Αιχερ δεν άφησε να του ξεφύγει αυτό το «ουράνιο τόξο», που βγαίνει από τις νότες του Τσαμπρόπουλου. Ο δίσκος θα κυκλοφορήσει τον Απρίλιο σε όλη την Ευρώπη, στην Αμερική και την Ιαπωνία, και θα ακολουθήσουν συναυλίες τον Μάιο στο μεγάλο συναυλιακό κέντρο του Λονδίνου «Barbican Center» και περιοδεία στη Νορβηγία. Η εμπειρία, μοναδική. Ο Τσαμπρόπουλος θυμάται την εμπειρία που έζησε:

«Ο Άιχερ ήταν ο τέταρτος αόρατος μουσικός. Οι ιδέες του, οι γνώσεις του γύρω από τα μουσικά θέματα, το γούστο του ήταν τέτοιο, που ό,τι και αν έλεγε ήταν τόσο πολύτιμο! Ο ίδιος χαιρόταν τόσο πολύ που συμμετείχε, ώστε νομίζω ότι το αποτέλεσμα της ηχογράφησης θα ήταν διαφορετικό αν ο Άιχερ δεν ήταν παρών στο στούντιο. Καταφέρνει να βγάλει από μέσα σου αυτό που και συ πιστεύεις ότι ίσης δεν έχεις. Είναι ο άνθρωπος που θα καθίσει και πίσω από την κονσόλα δίνοντας τις πολυτιμότερες συμβουλές, αλλά και ο άνθρωπος που δεν θα διστάσει να πει: "Δεν δοκιμάζετε να το παίξετε διαφορετικά, επειδή θα πάει καλύτερα;". Και πάντα έχει δίκιο».

Ποια είναι η φιλοσοφία του τρίο;«Ως καινούργιο τρίο θέλουμε να νιώσει ο κάθε μουσικός την δυνατότητα να εκφραστεί. Υπάρχουν πέντε κομμάτια δικά μου και τρία κομμάτια του μπασίστα Arild Andersen. Ήθελα να συμμετέχει ενεργά στο δίσκο αυτόν. Είναι τιμή μου που παίζω με αυτούς τους μουσικούς. Ο Andersen είναι χρόνια στην ECM, με πολλούς προσωπικούς δίσκους, πολλές αξιόλογες δουλειές. Έχει παίξει με όλους τους εν ενεργεία τζαζ μουσικούς. Αναφέρω ενδεικτικά την στενή συνεργασία του με τον Garbarek και με τους Chick Korea, Gary Barton. To ίδιο και ο John Marchall, που για πολλά χρόνια ήταν ο ντράμερ των Soft Machine. Επίσης έχει παίξει με τις ορχήστρες των Bill και Gil Evans».

Σε τι μουσικό ύφος κινείται η δουλειά αυτή;«Τα κομμάτια είναι όλα καινούργια και κινούνται σε ένα καινούργιο στυλιστικό ύφος. Ας μην ξεχνάμε ότι τα πιάνο τρίο σχετικά με τα στάνταρντ της ECM είναι δύσκολο να βγάλουν κάτι καινούργιο, γιατί το μουσικό ύφος στον τομέα αυτόν έχει κορεστεί. Μπορείς να παίζεις κάτι καταπληκτικά, αλλά με κάτι να μοιάζει. Κινδυνεύεις ό,τι παίζεις να έχει ξαναγίνει. Σε αυτό δίνει μεγάλη προτεραιότητα ο Άιχερ. Δηλαδή προσπαθεί να κάνει καινούργια πράγματα. Πιστεύω ότι αυτή η δουλειά έχει κάτι καινούργιο. Αυτό ξεκινά από την κλασική μου παιδεία στο πιάνο. Προσπαθώ να εκμεταλλευτώ την δυνατότητα του ήχου με όλες τις αποχρώσεις του. Όλη η δουλειά είναι πολύ προσεγμένη. Από τα τρία πιανίσιμο μέχρι τα τρία φόρτε. Σίγουρα δεν παίζουμε την τζαζ της Αμερικής. Δεν θα είχα ελπίδες να ηχογραφήσω με την ECM, αν έπαιζα σουίνγκ. Δεν είναι mainstream jazz. Είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Είναι σύγχρονη μουσική, τονική, με πολλά στοιχεία και από κλασική και από τζαζ και από new age, εναρμονισμένη στο πλαίσιο του ήχου της ECM. Αυτή είναι η αρχή ενός καινούργιου τρίο, που έχει πάρα πολύ δύσκολη αποστολή. Από την στιγμή που υπάρχει το τρίο των Κιθ Τζάρετ, Γκάρι Πίκοκ, Τζακ Ντε Τζονέτ, που είναι σημείο σύγκρισης για οτιδήποτε, καταλαβαίνεις πόσο δύσκολη αποστολή είναι. Τα επόμενα βήματα θα είναι δυσκολότερα».

Η γνωριμία σου με τον Άιχερ πώς προέκυψε;«Έφθασε στα χέρια του παίξιμο μου μέσω του Άντερσεν. Κάποια ημέρα έφθασε στο σπίτι μου ένα φαξ με την πρόταση να γίνει δίσκος με τους Άντερσεν και Μάρσαλ. Όταν πήγα στη Νορβηγία, δεν τον ήξερα. Μηχανικός ήχου ήταν ο σπουδαίος Γιαν Έρικ».

Τι ήταν αυτό που σου έκανε την μεγαλύτερη εντύπωση κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης;«Ο Άιχερ θέλει να φτιάχνουν οι μουσικοί ένα κομμάτι μέσα στο στούντιο εκείνη την στιγμή! Το συνηθίζει αυτό. Τίποτα δεν τους ξεφεύγει. Είναι ένα τεστ που κάνει στους συνεργάτες και στους μουσικούς. Έτσι και έγινε. Ο καθένας έβαλε την ιδέα του και βγήκε ένα από τα καλύτερα κομμάτια του δίσκου. Θα ήταν ευτυχισμένος αν έκανε τους μουσικούς να φτιάξουν ένα δίσκο μέσα στο στούντιο. Είναι το πρώτο κομμάτι στο δίσκο και αυτό θα είναι και ο τίτλος του».

Ποιες ήταν οι εντυπώσεις σου από την πρώτη ζωντανή παρουσίαση των κομματιών μπροστά στο νορβηγικό κοινό;«Ένιωθα ότι ήμουν σε φιλικό περιβάλλον. Από την πρώτη στιγμή η απήχηση και η υποδοχή του κόσμου ήταν τόσο θερμές και τόσο άμεσες, που αναρωτιόμουν αν πρέπει να τους λέμε βορείους, επειδή εμείς οι μεσογειακοί έχουμε αυτό το προνόμιο του ταμπεραμέντου. Έφυγα από τη Νορβηγία με τις καλύτερες εντυπώσεις».

Previous
Previous

Ta Nea